ολὺ πρὶν ἀπὸ τὸ πρὶν
γεννήθηκε ἡ ἀνάγκη·
ἡ ἀμέγαρτος ἀνάγκη.
Δίχως πρέπει
πόνους κι ὀδύνες
κυοφορήθηκε ὁ κόσμος.
Ἔτσι ἁπλά.
Ἡ ὕλη λαχτάρησε τὸ σπέρμα
κι ἄνοιξε διάπλατα νὰ
βιαστεῖ
μὲς τὴ σιωπή.
Στὴ μήτρα
πολὺ μετὰ ἀπὸ τὸ μετὰ
μὲς τὶς κραυγὲς ὁ πόνος.
Ὄχι ὁ ἔρωτας, ὁ πόνος.
Ὅ,τι τὸν ἀνασκάπτει
ἡδονικὸ φαντάζει.
Κι ὁ ἔρωτας σκιὰ
στὴν πιὸ ἀέρινη μορφὴ
ἐνθύμηση βυθοῦ.
Κι ἐμεῖς θνητοὶ
Ζαγρεῖς, Ὀρφεῖς καὶ
Προμηθεῖς.
Ἀναζητᾶμε τὰ δόντια
γιὰ νὰ ὑπάρξει ἡ σάρκα
καταβυθισμένοι
καταβυθισμένοι
μὰ πάντα θεοί.
Ἑλένη Σ. Ἀράπη
Εξαιρετικό!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε την άδεια του ιστολογίου θα το φιλοξενήσω στην Περιοχή Μ http://aream-nimertis.blogspot.com/ ή/και στο https://mewe.com/i/antonionimertis. Ευχαριστώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαί, βεβαίως, ἐξαιρετικὸ ποίημα!
ΑπάντησηΔιαγραφή